Σε περίοδο όπου κυριαρχούν συναισθήματα όπως η ανασφάλεια, η κόπωση, η στασιμότητα, ο θυμός και η θλίψη, η πιο ενδεδειγμένη παλαιομοδίτικη πολιτική συνταγή είναι το διαίρει και βασίλευε. Με αυτή λοιπόν τη λογική ξαναέρχεται στο φως η τεχνητή κόντρα ιδιωτικού και δημοσίου τομέα. Οι ραδιουργίες του Γκαίμπελς ωχριούν μπροστά σε αυτά που ζούμε στη σημερινή πραγματικότητα και στη προσπάθεια κατάλυσης του κράτους. Έξι μήνες μετά το φιάσκο της απονομής συντάξεων «με το πάτημα ενός κουμπιού», η τοποθέτηση manager στον ΕΦΚΑ θα δώσει λύση! Ας μην ξεχνάμε και την αποτυχημένη προσπάθεια εισόδου των ιδιωτών στη δημόσια υγεία και ακολουθούν και άλλα πολλά.
Ας πάρουμε όμως τα πράγματα από την αρχή. Ο Χαρίλαος Τρικούπης θεσμοθέτησε τη μονιμότητα με νόμο για πρώτη φορά, στην πρωθυπουργική του θητεία κατά τα έτη 1882 – 1885, που καθιερώθηκε συνταγματικά το 1911. Αυτό δεν έγινε τυχαία αλλά είχε μια λογική καθώς πριν την καθιέρωση της μονιμότητας, κάθε κυβέρνηση κουβαλούσε στα υπουργεία και τους… υπαλλήλους της, παύοντας τους υπαλλήλους της προηγούμενης. Από τους «κλαυθμούς» των απολυμένων πήρε και το όνομά της η πλατεία Κλαυθμώνος. Η μονιμότητα διασφάλιζε επομένως δύο πράγματα: την μη λαφυραγώγηση του κράτους από την εκάστοτε κυβέρνηση και τη συνέχεια του ίδιου του κράτους.
Όμως τελικά φταίνε οι δημόσιοι υπάλληλοι για όλα τα δεινά που συμβαίνουν σε αυτή τη χώρα;
Ας έρθουμε στο σήμερα. Μάλλον η απάντηση δεν είναι εύκολη. Ο «εύστροφος» πολιτικός κόσμος αφού δεν μπορούσε να διορίζει όποιον θέλει, ειδικά μετά την καθιέρωση του ΑΣΕΠ, βρήκε άλλο δρόμο μέσω της μη αντικειμενικής ή καθόλου αξιολόγησης, να τοποθετεί σε θέσεις ευθύνης ανθρώπους μη ικανούς, προκειμένου να εξασφαλίσει τη συνέχεια του πελατειακού κράτους.
Όμως ούτε αυτό είναι το βασικό πρόβλημα της μη αποδοτικότητας του δημοσίου. Ο δημόσιος υπάλληλος όπως ακριβώς και ο πολίτης ταλαιπωρείται από την πολυνομία και την κακονομία. Και αυτό είναι ένα πρόβλημα πολιτικό. Και δυστυχώς δεν υπάρχει πολιτική βούληση για την καταπολέμησή του, επειδή η πληθώρα κακογραμμένων και αντικρουόμενων νόμων εξυπηρετεί τη λειτουργία του πελατειακού κράτους. Δεν χρειάζεται ιδιαίτερη ευφυΐα για να κατανοήσει κανείς ότι όταν ένας νέος νόμος αποκτά σε χρόνο ρεκόρ εκατοντάδες διευκρινίστηκες εγκυκλίους σίγουρα δεν είναι ένας καλός νόμος. Ας μη ξεχνάμε το γεγονός ότι όλοι οι υπουργοί θέλουν να περάσουν νόμους, καλύτερους από τους προηγούμενους, για να δείξουν ότι παράγουν έργο.
Το ότι για το ίδιο ερώτημα πολίτη υπάρχουν τόσες διαφορετικές απαντήσεις όσες και οι διαφορετικοί υπάλληλοι που θα το απαντήσουν, δεν είναι θέμα κακού ή καλού υπαλλήλου αλλά «ερμηνείας» του κακού νόμου. Η ποιότητα της νομοθετικής διαδικασίας στην Ελλάδα είναι εξαιρετικά προβληματική, κι αυτό έχει σοβαρές συνέπειες στην ίδια την υγεία της δημοκρατίας.
Επιπλέον η τυπολατρία και η καθυστέρηση δεν οφείλεται πάντα στο ποιόν του υπαλλήλου, αλλά στην αναγκαστική υποταγή του σε πολυδαίδαλες διαδικασίες που άλλοι έχουν θεσπίσει.
Και φτάνουμε στο μύθο της ψηφιοποίησης που ουσιαστικά ψηφιοποιεί τη γραφειοκρατία αφού δεν υπάρχουν αλλαγές στη νομοθεσία. Και αντί για θεραπεία προτιμούμε το χειρουργείο και φέρνουμε τον ιδιωτικό τομέα όχι εκεί που χρειάζεται και πρέπει να παρέμβει στο δημόσιο προσφέροντας πολύτιμη τεχνογνωσία, αλλά σε διαδικασίες που θα ήταν πολύ εύκολες αν υπήρχε η βούληση να είναι. Πετυχαίνουμε λοιπόν και τους δικούς μας να βολέψουμε και να έχουμε τους πολίτες ευχαριστημένους, απαξιώνοντας ανθρώπους που ίσως και να αξίζουν περισσότερο από όσο νομίζουμε.
Αυτός ο τρόπος άσκησης πολιτικής είναι ανάρμοστος και ασύμβατος με το κοινωνικό κλίμα ανασφάλειας και κούρασης που επικρατεί. Aλλά όπως είχε πει και Γκρούτσο Μαρξ «πολιτική είναι η τέχνη να ψάχνεις για λάθος προβλήματα, να τα βρίσκεις παντού, να τα διαγιγνώσκεις εσφαλμένα και να δίνεις λάθος φάρμακα».
Ολυμπία Λόη
Αρχιτέκτονας – μηχανικός, αναπληρώτρια Γραμματέας Τουρισμού του Κινήματος Αλλαγής.